-
Το έργο "Πτώσις Τριγώνων Ι" ανήκει στην περίοδο έργων, που η καλλιτέχνιδα δουλεύει με λεπτές πλάκες άσπρου μαρμάρου, παρουσιάζοντας αφηρημένες συνθέσεις που διακρίνονται για τη γεωμετρική απλότητα και αυστηρότητά τους. Αισθάνεται ότι το μάρμαρο -και πιο συγκεκριμένα το μάρμαρο που επιλέγει, προερχόμενο από τα λατομεία του Διονύσου, έξω από την Αθήνα, ένα υλικό άρρηκτα συνδεδεμένο με την τέχνη στην αττική γη-, την εκφράζει απόλυτα, αφού εκτιμά ότι είναι ένα υλικό απέριττο, ζωντανό και λαμπερό, το οποίο έχει την αυτοτέλειά του και δεν του ταιριάζουν πολύπλοκα σχήματα που θα έκρυβαν την ομορφιά του. Τετράγωνα, κύκλοι, παραλληλόγραμμα και ημικύκλια δημιουργούν συνθέσεις, σωστά οργανωμένες και μελετημένες, όπου οι αναλογίες, οι αρμονικές σχέσεις, το λευκό χρώμα και η υφή του υλικού, αποκαλύπτουν στον θεατή περιοχές αισθητικής απόλαυσης. Τα σχήματα διατηρούν την προαιώνια συμβολική τους σημασία, ενώ οι τίτλοι είναι χωρίς ιδιαίτερη σημασία. Προκύπτουν αφού ολοκληρωθούν τα έργα, όταν, κάποια από αυτά παραπέμπουν σε αναγνωρίσιμες εικόνες.
-
Το έργο "Ο Υπερήφανος" ανήκει στην περίοδο έργων, που η καλλιτέχνιδα δουλεύει με λεπτές πλάκες άσπρου μαρμάρου, παρουσιάζοντας αφηρημένες συνθέσεις που διακρίνονται για τη γεωμετρική απλότητα και αυστηρότητά τους. Αισθάνεται ότι το μάρμαρο -και πιο συγκεκριμένα το μάρμαρο που επιλέγει, προερχόμενο από τα λατομεία του Διονύσου, έξω από την Αθήνα, ένα υλικό άρρηκτα συνδεδεμένο με την τέχνη στην αττική γη-, την εκφράζει απόλυτα, αφού εκτιμά ότι είναι ένα υλικό απέριττο, ζωντανό και λαμπερό, το οποίο έχει την αυτοτέλειά του και δεν του ταιριάζουν πολύπλοκα σχήματα που θα έκρυβαν την ομορφιά του. Τετράγωνα, κύκλοι, παραλληλόγραμμα και ημικύκλια δημιουργούν συνθέσεις, σωστά οργανωμένες και μελετημένες, όπου οι αναλογίες, οι αρμονικές σχέσεις, το λευκό χρώμα και η υφή του υλικού, αποκαλύπτουν στον θεατή περιοχές αισθητικής απόλαυσης. Τα σχήματα διατηρούν την προαιώνια συμβολική τους σημασία, ενώ οι τίτλοι είναι χωρίς ιδιαίτερη σημασία. Προκύπτουν αφού ολοκληρωθούν τα έργα, όταν, κάποια από αυτά παραπέμπουν σε αναγνωρίσιμες εικόνες.
-
Η καλλιτέχνιδα αποτυπώνει το 1998 την αυτοπροσωπογραφία της σε ώριμη ηλικία. Μέσα σε μια σύνθεση εντελώς νατουραλιστική αποτυπώνει τα φυσικά χαρακτηριστικά της, χωρίς να έχει τη διάθεση να ωραιοποιήσει ή να αποκρύψει στοιχεία της εικόνας της.
-
Σύνθεση με αποτυπώματα φύλλων χαλκού με μελάνι σε χαρτί
-
Έργο μεικτής τεχνικής, το οποίο ορίζεται από τη σύνθεση ποικίλων υλικών, τεχνικών και χρωμάτων.
-
Έργο μεικτής τεχνικής, το οποίο ορίζεται από τη σύνθεση ποικίλων υλικών, τεχνικών και χρωμάτων.
-
Η καλλιτέχνιδα αναπαριστά μια γυναικεία φιγούρα με νατουραλιστικούς όγκους που δεσπόζουν στη συνολική σύνθεση.
-
Το 1953 και με νωπές ακόμη τις μνήμες από τις βιαιοπραγίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου, η Άλεξ Μυλωνά δημιουργεί σχέδια και στη συνέχεια λιτές, επιβλητικές συνθέσεις σε μάρμαρο στη μνήμη όλων των ανδρών του χωριού που εκτελέστηκαν από τους Ναζί. Ανάμεσα σε αυτές, τα έργα "Πένθος Ι" και "Θρήνος στα Καλάβρυτα", που θυμίζουν νεκρικά μνημεία, μέσα σε όλη τους την απλότητα ανακαλούν με σοβαρότητα τις συμφορές του πολέμου. Οι μορφές, αφαιρετικά σχηματοποιημένες, συγκλίνουν η μία στην άλλη δημιουργώντας ένα «εύθραυστο» αλλά συνάμα στιβαρό σύνολο.
-
Το έργο "Σταύρωση ΙΙ" της Άλεξ Μυλωνά ανήκει στα πρώιμα γλυπτά της, στα οποία αναπαριστά ανθρώπινες μορφές και τα θέματα του έργου της είναι αναγνωρίσιμα και αποτελεί μέρος μια ενότητας σχεδίων και έργων που έχουν ως θέμα τη Σταύρωση και τον Επιτάφιο θρήνο. Η τραχύτητα του υλικού αποτυπώνεται πάνω στην επιφάνεια του έργου δίνοντας στην όλη σύνθεση μια πιο "σκληρή" αίσθηση.
-
Το έργο "Πιετά ΙΙ" της Άλεξ Μυλωνά ανήκει στα πρώιμα γλυπτά της, στα οποία αναπαριστά ανθρώπινες μορφές και τα θέματα του έργου της είναι αναγνωρίσιμα και αποτελεί μέρος μια ενότητας σχεδίων και έργων που έχουν ως θέμα τη Σταύρωση και τον Επιτάφιο θρήνο. Η τραχύτητα του υλικού αποτυπώνεται πάνω στην επιφάνεια του έργου δίνοντας στην όλη σύνθεση μια πιο "σκληρή" αίσθηση.
-
Το έργο "Τοκετός" της Άλεξ Μυλωνά ανήκει στα πρώιμα γλυπτά της, στα οποία αναπαριστά ανθρώπινες μορφές και τα θέματα του έργου της είναι αναγνωρίσιμα. Η τραχύτητα του υλικού αποτυπώνεται πάνω στην επιφάνεια του έργου δίνοντας στην όλη σύνθεση μια πιο "σκληρή" αίσθηση.
-
Στο έργο "Γυρίζει" η καλλιτέχνιδα απομακρύνεται από τη μετωπική σύλληψη του γλυπτού και επαναφέρει τον όγκο -στην προκειμένη περίπτωση τη σφαίρα, ένα τέλειο σχήμα.
-
Στο έργο "Ο Ήλιος ταξιδεύει τη νύχτα" η καλλιτέχνιδα απομακρύνεται από τη μετωπική σύλληψη του γλυπτού και επαναφέρει τον όγκο, ενώ ταυτόχρονα πραγματεύεται ως κεντρικό θέμα τον ήλιο, ένα μοτίβο που βρίσκεται στο επίκεντρο της καλλιτεχνικής της δραστηριότητας.
-
Το παιχνίδι των κενών και του γεμάτου, του θετικού και του αρνητικού, είναι αυτό που απασχολεί την καλλιτέχνιδα και αυτό που δίνει βάθος στη μετωπικότητα. Στην ενότητα "Ανατρεπόμενα", το παιχνίδι περιπλέκεται από το αναποδογύρισμα των διαφόρων τμημάτων που προτείνει στη φαντασία μεγάλο αριθμό δυνατών παραλλαγών. Η σύζευξη των ελασμάτων από μαύρο και κόκκινο σίδερο, που αποτελούνται από γωνίες και τεθλασμένες ευθείες, οδηγούν το ένα εργο να είναι η ηχώ του άλλου, αφού και τα δύο έχουν κοπεί βάσει του ίδιου σχεδίου.
-
Το παιχνίδι των κενών και του γεμάτου, του θετικού και του αρνητικού, είναι αυτό που απασχολεί την καλλιτέχνιδα και αυτό που δίνει βάθος στη μετωπικότητα. Στην ενότητα "Ανατρεπόμενα", το παιχνίδι περιπλέκεται από το αναποδογύρισμα των διαφόρων τμημάτων που προτείνει στη φαντασία μεγάλο αριθμό δυνατών παραλλαγών. Η σύζευξη των ελασμάτων από μαύρο και κόκκινο σίδερο, που αποτελούνται από γωνίες και τεθλασμένες ευθείες, οδηγούν το ένα εργο να είναι η ηχώ του άλλου, αφού και τα δύο έχουν κοπεί βάσει του ίδιου σχεδίου.
-
Αφηρημένη σύνθεση σε χαλκό με μαρμάρινη βάση, την οποία χαρακτηρίζει η αρχιτεκτονική-σκηνογραφική αντίληψη και η αίσθηση ρυθμού. Το μέταλλο ανιχνεύει τις πλαστικές ποιότητες του κενού και έχει ως αποκλειστική λειτουργία να το μορφοποιήσει. Η γλύπτρια το πετυχαίνει μέσα από τη δημιουργία μιας λεπτής σχέσης της ύλης με το άυλο, του ορατού με το αόρατο, του θετικού με το αρνητικό. Τα συμπαγή σχήματα του γλυπτού, επίπεδες επιφάνειες παρά όγκοι, κινούνται στον πραγματικό χώρο, ορίζοντας το κενό, διαιρώντας και τεμαχίζοντάς το.
-
Αφηρημένη σύνθεση σε σφυρήλατο χαλκό, την οποία χαρακτηρίζει η αρχιτεκτονική-σκηνογραφική αντίληψη και η αίσθηση μνημειακότητας και ρυθμού. Το μέταλλο ανιχνεύει τις πλαστικές ποιότητες του κενού και έχει ως αποκλειστική λειτουργία να το μορφοποιήσει. Η γλύπτρια το πετυχαίνει μέσα από τη δημιουργία μιας λεπτής σχέσης της ύλης με το άυλο, του ορατού με το αόρατο, του θετικού με το αρνητικό. Τα συμπαγή σχήματα του γλυπτού, επίπεδες επιφάνειες παρά όγκοι, κινούνται στον πραγματικό χώρο, ορίζοντας το κενό, διαιρώντας και τεμαχίζοντάς το.
-
Το έργο "Πρόοδος" βρίσκεται στη σκάλα που οδηγεί στον 1ο όροφο. Είναι ένα ανάγλυφο που αποτελείται από πέντε ασπρόμαυρα πλαίσια, όπου το κεντρικό μοτίβο αναπτύσσεται σταδιακά, από κάτω προς τα πάνω, με την προσθήκη ενός απλού στοιχείου.
-
Το έργο "Κυκλική σύνθεση" ανήκει στα έργα τα οποία η Άλεξ Μυλωνά δούλεψε στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Ενθουσιασμένη με τα νέα υλικά που προσφέρει η τεχνολογία, συνεχίζει να πειραματίζεται χρησιμοποιώντας το zinc στις νέες της συνθέσεις. Η δημιουργός ξεκινά από μια επίπεδη επιφάνεια, ένα ορθογώνιο, λεπτό έλασμα από zinc ή ανοξείδωτο ατσάλι. Στη συνέχεια, το έλασμα λυγίζεται, αναδιπλώνεται, κόβεται, καμπυλώνεται, κατακτά την τρίτη διάσταση, καταλαμβάνει τον χώρο και επιβάλλεται σ' αυτόν με την ένταση και τη δυναμική της κίνησής του, τη στιλπνότητα και τις αντανακλάσεις της επιφάνειάς του. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Άλεξ Μυλωνά αντιμετώπιζε τις συγκεκριμένες συνθέσεις ως μακέτες για αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις, κτήρια και μνημεία, που θα μπορούσαν να υλοποιηθούν στην προσωπική της Ουτοπία, ένα χωριό καλλιτεχνών στα Μεσόγεια της Αττικής. Πρόκειται για προτάσεις για ένα αεροδρόμιο, ένα μουσείο-σχολείο, ένα μνημείο πεσόντων, ένα κυκλικό θέατρο, έναν σταθμό βενζίνης, μια εκκλησία, ένα δημόσιο ουρητήριο ή ένα περίπτερο σε διεθνή έκθεση. Παράλληλα, θεωρούσε ότι οι συνθέσεις αυτές μπορούσαν κάποιες φορές, ανάλογα με τη φόρμα τους, να λειτουργήσουν ως χρηστικά αντικείμενα ή απροσδόκητα εξαρτήματα (π.χ. μια φρουτιέρα ή μια περικεφαλαία).
-
Η ανάγλυφη σύνθεση «Χορός της φωτιάς» αποτελεί μια από τις πρώιμες προσπάθειες της Άλεξ Μυλωνά στην αφαίρεση. Η καλλιτέχνιδα μορφοποιεί τις φλόγες της φωτιάς με γωνιώδεις, αιχμηρές απολήξεις, επαναλαμβάνει το μοτίβο κατά την ανάπτυξή του δίνοντας την αίσθηση του ρυθμού και της κίνησης. Το αποτέλεσμα, η αποτύπωση ενός καρδιογραφήματος, τονίζει τις γλυπτικές της αρχές: της αρμονίας και της λιτότητας.
-
Το 1953 και με νωπές ακόμη τις μνήμες από τις βιαιοπραγίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου, η Μυλωνά δημιουργεί μια λιτή σύνθεση στη μνήμη όλων των ανδρών του χωριού που εκτελέστηκαν από τους Ναζί.
Το «Πένθος στα Καλάβρυτα», που θυμίζει νεκρικό μνημείο, μέσα σε όλη του την απλότητα ανακαλεί με σοβαρότητα τις συμφορές του πολέμου: μία κόρη θρηνεί στην αγκαλιά της μητέρας. Οι μορφές, αφαιρετικά σχηματοποιημένες, συγκλίνουν η μία στην άλλη δημιουργώντας ένα «εύθραυστο» αλλά συνάμα στιβαρό σύνολο.
-
Στην ταράτσα του MOMus-Μουσείο Άλεξ Μυλωνά, Ο Κούρος και η Κόρη, δύο εμβληματικά γλυπτά σε μάρμαρο της Άλεξ Μυλωνά, στέκονται σιωπηλά δίπλα-δίπλα μ' έναν ιερατικό τρόπο, σε μια ρυθμική επικοινωνία γραμμών, όγκων, επιπέδων και σχημάτων. Τα δύο σώματα επιβάλλονται μοναχικά, επικοινωνούν μεταξύ τους με μυστικούς κώδικες, κυριαρχούν στον ορίζοντα του αττικού ουρανού, σε έναν διαρκή διάλογο με το παρόν και το παρελθόν, τα αρχαία μνημεία, την Ακρόπολη, τον Παρθενώνα αλλά και το σύγχρονο αστικό τοπίο. Η Άλεξ Μυλωνά με ανεπτυγμένη ευαισθησία προχωρεί στη διερεύνηση του αντρικού και του γυναικείου κορμιού στην καθαρή αντίληψή τους, ανατρέχει σε μορφές και τύπους της αρχαϊκής γλυπτικής, τους οποίους μεταπλάθει δημιουργικά με μοναδική αίσθηση της ισορροπίας και της λιτότητας, της γεωμετρίας και του ρυθμού. Τα δύο αυτά έργα μαζί με την ίδρυση του Μουσείου της «έκλειναν», όπως εμφατικά δήλωνε η Άλεξ Μυλωνά, τον κύκλο της γλυπτικής της τέχνης.
-
Στην ταράτσα του MOMus-Μουσείο Άλεξ Μυλωνά, Ο Κούρος και η Κόρη, δύο εμβληματικά γλυπτά σε μάρμαρο της Άλεξ Μυλωνά, στέκονται σιωπηλά δίπλα-δίπλα μ' έναν ιερατικό τρόπο, σε μια ρυθμική επικοινωνία γραμμών, όγκων, επιπέδων και σχημάτων. Τα δύο σώματα επιβάλλονται μοναχικά, επικοινωνούν μεταξύ τους με μυστικούς κώδικες, κυριαρχούν στον ορίζοντα του αττικού ουρανού, σε έναν διαρκή διάλογο με το παρόν και το παρελθόν, τα αρχαία μνημεία, την Ακρόπολη, τον Παρθενώνα αλλά και το σύγχρονο αστικό τοπίο. Η Άλεξ Μυλωνά με ανεπτυγμένη ευαισθησία προχωρεί στη διερεύνηση του αντρικού και του γυναικείου κορμιού στην καθαρή αντίληψή τους, ανατρέχει σε μορφές και τύπους της αρχαϊκής γλυπτικής, τους οποίους μεταπλάθει δημιουργικά με μοναδική αίσθηση της ισορροπίας και της λιτότητας, της γεωμετρίας και του ρυθμού. Τα δύο αυτά έργα μαζί με την ίδρυση του Μουσείου της «έκλειναν», όπως εμφατικά δήλωνε η Άλεξ Μυλωνά, τον κύκλο της γλυπτικής της τέχνης.
-
Τα δέκα ανάγλυφα ορίζουν μια ενιαία σύνθεση και παρουσιάστηκαν στη Μπιενάλε της Βενετίας το 1960. Χαρακτηριστικό αυτών των έργων είναι, ότι η Άλεξ Μυλωνά χρησιμοποιεί την πέτρα και το μέταλλο. Επάνω στην πέτρα που λειτουργεί ως φέρουσα επιφάνεια προσαρμόζονται ελάσματα από φύλλο χαλκού με αφηρημένες φόρμες και σχήματα, που αναπαράγουν αυτούσια ή αποσπασματικά φόρμες και σχήματα γλυπτικών της συνθέσεων αυτών των χρόνων, όπως η Αφροδίτη, η Άμυνα, ο Μινώταυρος, οι Μυκήνες, ο Λαβύρινθος και η Εποποιία. Εμφανής είναι η διάθεση παιχνιδιού αφού δυνητικά υπάρχει η προοπτική μιας μεγάλης σειράς παραλλαγών αφού τα ανάγλυφα μπορούν να τοποθετηθούν σε διαφορετικές θέσεις και σε συνδυασμούς μεταξύ τους. Ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει γενικότερα την τέχνη της Άλεξ Μυλωνά είναι η χρήση διαφορετικών υλικών (τσιμέντο, πέτρα, σίδηρος, μπρούντζος, αλουμίνιο, μάρμαρο), η αξιοποίηση των εγγενών ιδιοτήτων, της υφής και των εκφραστικών τους δυνατοτήτων.
-
Η Άλεξ Μυλωνά σπούδασε γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1945-50), με καθηγητή τον Μιχάλη Τόμπρο. Στη συνέχεια, αφοσιώθηκε με πάθος στην τέχνη, ταξίδεψε σε ευρωπαϊκά καλλιτεχνικά κέντρα, δημιούργησε εργαστήριο στο Παρίσι, ξεκίνησε να εκθέτει στην Ελλάδα και το εξωτερικό, γνώρισε σημαντικούς καλλιτέχνες του μοντερνισμού, όπως οι Hans Arp, Alberto Giacometti και Ossip Zadkine, η επιρροή των οποίων εντοπίζεται σε γλυπτά της αυτήν την περίοδο: στην έμφαση, στη λιτότητα και στη σχηματοποίηση των μορφών, ή κάποιες φορές στην τάση για εξαΰλωση. Η Μήδεια είναι αντιπροσωπευτικό έργο της δεκαετίας του 1950, δουλεμένο σε τσιμέντο. Η Άλεξ Μυλωνά επιλέγει ένα θέμα από την ελληνική μυθολογία, φορτισμένο για την τραγικότητα και τη δραματικότητα της ιστορίας του. Δημιουργεί μια γραμμική, χωρίς όγκο, συμμετρική σύνθεση, με γωνιώδη περιγράμματα, αφύσικες απολήξεις για κεφάλια, αιχμηρά μέλη και τονισμένο το φύλο της ηρωίδας, μια εύθραυστη σύνθεση στην οποία οι έννοιες της βίας και της μητρότητας συμβιώνουν. Με τη Μήδεια δίνει σχήμα και στις προσωπικές της αγωνίες, που στιγματίζουν μια γυναίκα της δεκαετίας του 1950, που θέλει να αφιερωθεί στην τέχνη της με όποιο κόστος αποδίδει η κοινωνία της εποχής στην οικογενειακή της ζωή και στη σχέση με τα παιδιά της.