-
Η Χρύσα μεταβαίνει στα μέσα της δεκαετίας του 1950 στο Σαν Φρανσίσκο, σπουδάζει για σύντομο διάστημα στο California School of Fine Arts για να καταλήξει στη Νέα Υόρκη. Εκεί γοητεύεται από τα σύμβολα και νοιώθει έλξη για ό,τι σχετίζεται με την επικοινωνία, τη γλώσσα και τη γραφή: από τα απλά γράμματα σε εφημερίδες, από τα ονόματα σε εισόδους κτηρίων, από τις μεταλλικές πινακίδες σε εξωτερικούς χώρους και αργότερα από τις διαφημιστικές πινακίδες με νέον.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ξεκινά τις συνθέσεις της με γράμματα, απομονώνοντας μια λέξη από ένα σύνολο λέξεων, έπειτα ένα γράμμα ή ένα σύνολο γραμμάτων μετατρέποντάς τα σε θέματα-πλαστικά σχήματα, χρησιμοποιώντας μόνο γράμματα του λατινικού αλφαβήτου. Αρχίζει να δουλεύει τα πρώτα «κουτιά με νέον» και να δίνει συνθέσεις με λεπτούς σωλήνες νέον όπου αναλύει το γράμμα Β (1962). Οι περισσότερες Σπουδές προορίζονται για γλυπτά με νέον, όπου πειραματίζεται με τα χρώματα, χρησιμοποιώντας, κατά κανόνα, έντονα χρώματα (κόκκινα, κίτρινα, πορτοκαλιά, πράσινα, μπλε), επιδιώκοντας τη μεταξύ τους ισορροπία και αρμονία, καθώς και την ένταση της φωτεινότητάς τους με τη χρήση σωλήνων νέον διαφορετικών τύπων.
-
Η Χρύσα μεταβαίνει το 1954 στο Σαν Φρανσίσκο, σπουδάζει για σύντομο διάστημα στο California School of Fine Arts για να καταλήξει στη Νέα Υόρκη. Εκεί γοητεύεται από τα σύμβολα και νοιώθει έλξη για ό,τι σχετίζεται με την επικοινωνία, τη γλώσσα και τη γραφή: από τα απλά γράμματα σε εφημερίδες, από τα ονόματα σε εισόδους κτηρίων, από τις μεταλλικές πινακίδες σε εξωτερικούς χώρους και αργότερα από τις διαφημιστικές πινακίδες με νέον.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ξεκινά τις συνθέσεις της με γράμματα, απομονώνοντας μια λέξη από ένα σύνολο λέξεων, έπειτα ένα γράμμα ή ένα σύνολο γραμμάτων μετατρέποντας τα σε θέματα-πλαστικά σχήματα, χρησιμοποιώντας μόνο γράμματα του λατινικού αλφαβήτου. Αρχίζει να δουλεύει τα πρώτα «κουτιά με νέον», να δίνει συνθέσεις με λεπτούς σωλήνες νέον και να «αναλύει» γράμματα. Καθώς προχωρά στη δεκαετία του 1960 επεκτείνει τις αναζητήσεις της με νέον σε μεμονωμένα έργα που διακρίνονται για την πρωτοτυπία, την ευρηματικότητα, την τεχνική αρτιότητα, τη συστηματική ανάλυση-επεξεργασία των θεμάτων τους.
-
Η Χρύσα μεταβαίνει το 1954 στο Σαν Φρανσίσκο, σπουδάζει για σύντομο διάστημα στο California School of Fine Arts για να καταλήξει στη Νέα Υόρκη. Εκεί γοητεύεται από τα σύμβολα και νοιώθει έλξη για ό,τι σχετίζεται με την επικοινωνία, τη γλώσσα και τη γραφή: από τα απλά γράμματα σε εφημερίδες, από τα ονόματα σε εισόδους κτηρίων, από τις μεταλλικές πινακίδες σε εξωτερικούς χώρους και αργότερα από τις διαφημιστικές πινακίδες με νέον.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ξεκινά τις συνθέσεις της με γράμματα, απομονώνοντας μια λέξη από ένα σύνολο λέξεων, έπειτα ένα γράμμα ή ένα σύνολο γραμμάτων μετατρέποντας τα σε θέματα-πλαστικά σχήματα, χρησιμοποιώντας μόνο γράμματα του λατινικού αλφαβήτου. Αρχίζει να δουλεύει τα πρώτα «κουτιά με νέον», να δίνει συνθέσεις με λεπτούς σωλήνες νέον και να «αναλύει» γράμματα. Καθώς προχωρά στη δεκαετία του 1960 επεκτείνει τις αναζητήσεις της με νέον σε μεμονωμένα έργα που διακρίνονται για την πρωτοτυπία, την ευρηματικότητα, την τεχνική αρτιότητα, τη συστηματική ανάλυση-επεξεργασία των θεμάτων τους.
-
Η Χρύσα μεταβαίνει το 1954 στο Σαν Φρανσίσκο, σπουδάζει για σύντομο διάστημα στο California School of Fine Arts για να καταλήξει στη Νέα Υόρκη. Εκεί γοητεύεται από τα σύμβολα και νοιώθει έλξη για ό,τι σχετίζεται με την επικοινωνία, τη γλώσσα και τη γραφή: από τα απλά γράμματα σε εφημερίδες, από τα ονόματα σε εισόδους κτηρίων, από τις μεταλλικές πινακίδες σε εξωτερικούς χώρους και αργότερα από τις διαφημιστικές πινακίδες με νέον.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ξεκινά τις συνθέσεις της με γράμματα, απομονώνοντας μια λέξη από ένα σύνολο λέξεων, έπειτα ένα γράμμα ή ένα σύνολο γραμμάτων μετατρέποντάς τα σε θέματα-πλαστικά σχήματα, χρησιμοποιώντας μόνο γράμματα του λατινικού αλφαβήτου. Αρχίζει να δουλεύει τα πρώτα «κουτιά με νέον», να δίνει συνθέσεις με λεπτούς σωλήνες νέον και να «αναλύει» γράμματα. To διάστημα 1964-1966 απομονώνεται και δουλεύει προσηλωμένη τη σύνθεσή της Οι Πύλες της Times Square, ένα έργο που της απορροφά όλη τη σωματική και τη συναισθηματική της ενέργεια. Δημιουργεί Σπουδές για το έργο, στην καθεμία από τις οποίες απομονώνει ένα στοιχείο από τη σύνθεση-μήτρα, καθιστώντας το αυτόνομο. Το τελικό έργο δομημένο στο σχήμα του πρώτου γράμματος της αλφαβήτου, το Α, αποτελείται από ανοξείδωτο ατσάλι, πλεξιγκλάς, σπαράγματα-φόρμες από διαφημιστικές πινακίδες δουλεμένες σε χυτό αλουμίνιο και σε νέον, προσχέδια σε χαρτί τυλιγμένα σε ρολά. Η επιλογή του γράμματος Α αποτελεί φόρο τιμής στην Αμερική, στην εκτυφλωτική φωτοχυσία του νυχτερινού τοπίου της Νέας Υόρκης, στον αμερικανικό τρόπο ζωής της διαφήμισης, του άκρατου καταναλωτισμού και της μαζικής επικοινωνίας.
-
Η Χρύσα μεταβαίνει στα μέσα της δεκαετίας του 1950 στο Σαν Φρανσίσκο, σπουδάζει για σύντομο διάστημα στο California School of Fine Arts για να καταλήξει στη Νέα Υόρκη. Εκεί γοητεύεται από τα σύμβολα και νοιώθει έλξη για ό,τι σχετίζεται με την επικοινωνία, τη γλώσσα και τη γραφή: από τα απλά γράμματα σε εφημερίδες, από τα ονόματα σε εισόδους κτηρίων, από τις μεταλλικές πινακίδες σε εξωτερικούς χώρους και αργότερα από τις διαφημιστικές πινακίδες με νέον.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ξεκινά τις συνθέσεις της με γράμματα, απομονώνοντας μια λέξη από ένα σύνολο λέξεων, έπειτα ένα γράμμα ή ένα σύνολο γραμμάτων μετατρέποντάς τα σε θέματα-πλαστικά σχήματα, χρησιμοποιώντας μόνο γράμματα του λατινικού αλφαβήτου. Αρχίζει να δουλεύει τα πρώτα «κουτιά με νέον» και να δίνει συνθέσεις με λεπτούς σωλήνες νέον όπου αναλύει το γράμμα Β (1962). Οι περισσότερες Σπουδές προορίζονται για γλυπτά με νέον, όπου πειραματίζεται με τα χρώματα, χρησιμοποιώντας, κατά κανόνα, έντονα χρώματα (κόκκινα, κίτρινα, πορτοκαλιά, πράσινα, μπλε), επιδιώκοντας τη μεταξύ τους ισορροπία και αρμονία, καθώς και την ένταση της φωτεινότητάς τους με τη χρήση σωλήνων νέον διαφορετικών τύπων.
-
Η Χρύσα μεταβαίνει στα μέσα της δεκαετίας του 1950 στο Σαν Φρανσίσκο, σπουδάζει για σύντομο διάστημα στο California School of Fine Arts για να καταλήξει στη Νέα Υόρκη. Εκεί γοητεύεται από τα σύμβολα και νοιώθει έλξη για ό,τι σχετίζεται με την επικοινωνία, τη γλώσσα και τη γραφή: από τα απλά γράμματα σε εφημερίδες, από τα ονόματα σε εισόδους κτηρίων, από τις μεταλλικές πινακίδες σε εξωτερικούς χώρους και αργότερα από τις διαφημιστικές πινακίδες με νέον.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ξεκινά τις συνθέσεις της με γράμματα, απομονώνοντας μια λέξη από ένα σύνολο λέξεων, έπειτα ένα γράμμα ή ένα σύνολο γραμμάτων μετατρέποντάς τα σε θέματα-πλαστικά σχήματα, χρησιμοποιώντας μόνο γράμματα του λατινικού αλφαβήτου. Αρχίζει να δουλεύει τα πρώτα «κουτιά με νέον» και να δίνει συνθέσεις με λεπτούς σωλήνες νέον όπου αναλύει το γράμμα Β (1962). Οι περισσότερες Σπουδές προορίζονται για γλυπτά με νέον, όπου πειραματίζεται με τα χρώματα, χρησιμοποιώντας, κατά κανόνα, έντονα χρώματα (κόκκινα, κίτρινα, πορτοκαλιά, πράσινα, μπλε), επιδιώκοντας τη μεταξύ τους ισορροπία και αρμονία, καθώς και την ένταση της φωτεινότητάς τους με τη χρήση σωλήνων νέον διαφορετικών τύπων.
-
Η Χρύσα μεταβαίνει στα μέσα της δεκαετίας του 1950 στο Σαν Φρανσίσκο, σπουδάζει για σύντομο διάστημα στο California School of Fine Arts για να καταλήξει στη Νέα Υόρκη. Εκεί γοητεύεται από τα σύμβολα και νοιώθει έλξη για ό,τι σχετίζεται με την επικοινωνία, τη γλώσσα και τη γραφή: από τα απλά γράμματα σε εφημερίδες, από τα ονόματα σε εισόδους κτηρίων, από τις μεταλλικές πινακίδες σε εξωτερικούς χώρους και αργότερα από τις διαφημιστικές πινακίδες με νέον.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ξεκινά τις συνθέσεις της με γράμματα, απομονώνοντας μια λέξη από ένα σύνολο λέξεων, έπειτα ένα γράμμα ή ένα σύνολο γραμμάτων μετατρέποντάς τα σε θέματα-πλαστικά σχήματα, χρησιμοποιώντας μόνο γράμματα του λατινικού αλφαβήτου. Αρχίζει να δουλεύει τα πρώτα «κουτιά με νέον» και να δίνει συνθέσεις με λεπτούς σωλήνες νέον όπου αναλύει το γράμμα Β (1962). Οι περισσότερες Σπουδές προορίζονται για γλυπτά με νέον, όπου πειραματίζεται με τα χρώματα, χρησιμοποιώντας, κατά κανόνα, έντονα χρώματα (κόκκινα, κίτρινα, πορτοκαλιά, πράσινα, μπλε), επιδιώκοντας τη μεταξύ τους ισορροπία και αρμονία, καθώς και την ένταση της φωτεινότητάς τους με τη χρήση σωλήνων νέον διαφορετικών τύπων.
-
Το έργο «Μνημοσύνη Α» αποτελεί τμήμα της φωτογραφικής εγκατάστασης «Μνημοσύνη» που είναι το τρίτο μέρος της τριλογίας «Ανθρωπογεωγραφία» και «Εξόριστες Μνήμες». Το έργο, το οποίο είναι μια σύνθεση θραυσμάτων πορτραίτων ανταρτών του Δημοκρατικού Στρατού, στρατιωτών του Εθνικού Στρατού, τοπίων μαχών και όπλων που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, είναι η προσπάθεια του καλλιτέχνη να συνθέσει το δικό του «πορτραίτο» του Εμφυλίου, ως παιδί πολιτικών προσφύγων. Αποπειράται να «ορίσει» τις έννοιες της μνήμης και της ταυτότητας, καθώς χειρίζεται την τραυματική μνήμη πολυσυλλεκτικά, επιλέγοντας να ενσωματώσει τη ρήξη και τον κατακερματισμό και όχι να τα αποσιωπήσει.
-
Στην ελαιογραφία “Mete Lontane” ο καλλιτέχνης αποτυπώνει στον καμβά μια τοπιογραφία, όπου είναι εμφανείς οι επιρροές του καλλιτέχνη που πηγάζουν από την λυρική αφαίρεση και τη φωτεινή δύναμη των χρωμάτων του Mark Rothko. Η σχεδόν αφηρημένη σύνθεση του Franco Viola υπερτονίζει την ίδια την απεικόνιση του τοπίου από την οποία απουσιάζει παντελώς ο ανθρώπινος παράγοντας. Η δυναμική των χρωμάτων του, οι σκληρές γραμμές και η δομή της σύνθεσης προσκαλούν τον θεατή να αναλογιστεί το πνεύμα του τόπου.
-
Το ζευγάρι καλλιτεχνών-ακτιβιστών Rena Rädle και Vladan Jeremic με τη σειρά «Μνημείο» επιχειρούν μέσω φωτομοντάζ μια ανατρεπτική πρόταση για τη γλυπτική στο δημόσιο χώρο: Αφενός επιτίθενται στις συμβάσεις της δημόσιας γλυπτικής επιλέγοντας να μνημειοποιήσουν όχι κορυφαίες στιγμές του ένδοξου παρελθόντος, αλλά μικρά όνειρα και αποτυχίες ανώνυμων καθημερινών ανθρώπων κατά την περίοδο της μετάβασης από το σοσιαλιστικό μοντέλο στην καπιταλιστική παλινόρθωση. Αφετέρου υποδύονται οι ίδιοι ακτιβιστές καλλιτέχνες τους εργάτες-ήρωες των ψηφιακά επεξεργασμένων μνημείων τους, σκηνοθετούν όλες τις λεπτομέρειες των φωτογραφικών κολάζ, τον τόπο και τα περιστατικά, ενώ υπερβαίνουν τις συμβατικές διαχωριστικές γραμμές του φύλου: η Ρένα υποδύεται τους ανδρικούς ρόλους και ο Βλάνταν τους γυναικείους.
-
Το ζευγάρι καλλιτεχνών-ακτιβιστών Rena Rädle και Vladan Jeremic με τη σειρά «Μνημείο» επιχειρούν μέσω φωτομοντάζ μια ανατρεπτική πρόταση για τη γλυπτική στο δημόσιο χώρο: Αφενός επιτίθενται στις συμβάσεις της δημόσιας γλυπτικής επιλέγοντας να μνημειοποιήσουν όχι κορυφαίες στιγμές του ένδοξου παρελθόντος, αλλά μικρά όνειρα και αποτυχίες ανώνυμων καθημερινών ανθρώπων κατά την περίοδο της μετάβασης από το σοσιαλιστικό μοντέλο στην καπιταλιστική παλινόρθωση. Αφετέρου υποδύονται οι ίδιοι ακτιβιστές καλλιτέχνες τους εργάτες-ήρωες των ψηφιακά επεξεργασμένων μνημείων τους, σκηνοθετούν όλες τις λεπτομέρειες των φωτογραφικών κολάζ, τον τόπο και τα περιστατικά, ενώ υπερβαίνουν τις συμβατικές διαχωριστικές γραμμές του φύλου: η Ρένα υποδύεται τους ανδρικούς ρόλους και ο Βλάνταν τους γυναικείους.
-
Το ζευγάρι καλλιτεχνών-ακτιβιστών Rena Rädle και Vladan Jeremic με τη σειρά «Μνημείο» επιχειρούν μέσω φωτομοντάζ μια ανατρεπτική πρόταση για τη γλυπτική στο δημόσιο χώρο: Αφενός επιτίθενται στις συμβάσεις της δημόσιας γλυπτικής επιλέγοντας να μνημειοποιήσουν όχι κορυφαίες στιγμές του ένδοξου παρελθόντος, αλλά μικρά όνειρα και αποτυχίες ανώνυμων καθημερινών ανθρώπων κατά την περίοδο της μετάβασης από το σοσιαλιστικό μοντέλο στην καπιταλιστική παλινόρθωση. Αφετέρου υποδύονται οι ίδιοι ακτιβιστές καλλιτέχνες τους εργάτες-ήρωες των ψηφιακά επεξεργασμένων μνημείων τους, σκηνοθετούν όλες τις λεπτομέρειες των φωτογραφικών κολάζ, τον τόπο και τα περιστατικά, ενώ υπερβαίνουν τις συμβατικές διαχωριστικές γραμμές του φύλου: η Ρένα υποδύεται τους ανδρικούς ρόλους και ο Βλάνταν τους γυναικείους.
-
Το ζευγάρι καλλιτεχνών-ακτιβιστών Rena Rädle και Vladan Jeremic με τη σειρά «Μνημείο» επιχειρούν μέσω φωτομοντάζ μια ανατρεπτική πρόταση για τη γλυπτική στο δημόσιο χώρο: Αφενός επιτίθενται στις συμβάσεις της δημόσιας γλυπτικής επιλέγοντας να μνημειοποιήσουν όχι κορυφαίες στιγμές του ένδοξου παρελθόντος, αλλά μικρά όνειρα και αποτυχίες ανώνυμων καθημερινών ανθρώπων κατά την περίοδο της μετάβασης από το σοσιαλιστικό μοντέλο στην καπιταλιστική παλινόρθωση. Αφετέρου υποδύονται οι ίδιοι ακτιβιστές καλλιτέχνες τους εργάτες-ήρωες των ψηφιακά επεξεργασμένων μνημείων τους, σκηνοθετούν όλες τις λεπτομέρειες των φωτογραφικών κολάζ, τον τόπο και τα περιστατικά, ενώ υπερβαίνουν τις συμβατικές διαχωριστικές γραμμές του φύλου: η Ρένα υποδύεται τους ανδρικούς ρόλους και ο Βλάνταν τους γυναικείους.
-
Το ζευγάρι καλλιτεχνών-ακτιβιστών Rena Rädle και Vladan Jeremic με τη σειρά «Μνημείο» επιχειρούν μέσω φωτομοντάζ μια ανατρεπτική πρόταση για τη γλυπτική στο δημόσιο χώρο: Αφενός επιτίθενται στις συμβάσεις της δημόσιας γλυπτικής επιλέγοντας να μνημειοποιήσουν όχι κορυφαίες στιγμές του ένδοξου παρελθόντος, αλλά μικρά όνειρα και αποτυχίες ανώνυμων καθημερινών ανθρώπων κατά την περίοδο της μετάβασης από το σοσιαλιστικό μοντέλο στην καπιταλιστική παλινόρθωση. Αφετέρου υποδύονται οι ίδιοι ακτιβιστές καλλιτέχνες τους εργάτες-ήρωες των ψηφιακά επεξεργασμένων μνημείων τους, σκηνοθετούν όλες τις λεπτομέρειες των φωτογραφικών κολάζ, τον τόπο και τα περιστατικά, ενώ υπερβαίνουν τις συμβατικές διαχωριστικές γραμμές του φύλου: η Ρένα υποδύεται τους ανδρικούς ρόλους και ο Βλάνταν τους γυναικείους.
-
Το ζευγάρι καλλιτεχνών-ακτιβιστών Rena Rädle και Vladan Jeremic με τη σειρά «Μνημείο» επιχειρούν μέσω φωτομοντάζ μια ανατρεπτική πρόταση για τη γλυπτική στο δημόσιο χώρο: Αφενός επιτίθενται στις συμβάσεις της δημόσιας γλυπτικής επιλέγοντας να μνημειοποιήσουν όχι κορυφαίες στιγμές του ένδοξου παρελθόντος, αλλά μικρά όνειρα και αποτυχίες ανώνυμων καθημερινών ανθρώπων κατά την περίοδο της μετάβασης από το σοσιαλιστικό μοντέλο στην καπιταλιστική παλινόρθωση. Αφετέρου υποδύονται οι ίδιοι ακτιβιστές καλλιτέχνες τους εργάτες-ήρωες των ψηφιακά επεξεργασμένων μνημείων τους, σκηνοθετούν όλες τις λεπτομέρειες των φωτογραφικών κολάζ, τον τόπο και τα περιστατικά, ενώ υπερβαίνουν τις συμβατικές διαχωριστικές γραμμές του φύλου: η Ρένα υποδύεται τους ανδρικούς ρόλους και ο Βλάνταν τους γυναικείους.
-
Το "Κόκκινο κουβάρι" αποτελεί μέρος μιας ενότητας έργων που παραπέμπει στον γνωστό μύθο με τον μίτο της Αριάδνης, στον οποίο η Αριάδνη σώζει τον Θησέα από βέβαιο θάνατο δίνοντάς του ένα κουβάρι νήμα για να βγει από το λαβύρινθο μετά τη νικηφόρα πάλη του με τον Μινώταυρο. Η καλλιτέχνιδα δημιουργεί ρεαλιστικές παραλλαγές του συγκεκριμένου θέματος, τυλιγμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να έχουν σχήμα σφαίρας, άλλοτε στο φυσικό τους χρώμα και άλλοτε σε έντονο κόκκινο. Η σύνθεση προκαλεί στον θεατή εσωτερικές σκέψεις σχετικά με την ύπαρξη και τη χρήση του κουβαριού: βρίσκεται εκεί για να το ξετυλίξεις, ξεκαθαρίζοντας μια εσωτερική μπερδεμένη κατάσταση ή είναι εκεί ως βοήθημα για να του δείξει το δρόμο.
-
Το έργο «Τα μηχανικά χερουβείμ» αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του ρεύματος του ελληνικού σουρεαλισμού. Ο καλλιτέχνης δημιουργεί έναν χώρο ψευδαισθησιακό που εμπερικλείει μια διπλή εικόνα, το φανταστικό και το εφιαλτικό, το ασυνήθιστο και το συνηθισμένο που περιλαμβάνει αντιφάσεις και αντιθέσεις. Ο παράλογος σχεδιασμός πραγμάτων που παραπέμπουν σε όνειρο και ενισχύονται από φροϋδικά σύμβολα, από μια αίσθηση επικείμενης καταστροφής δημιουργεί μια εικόνα αινιγματική, ακατανόητη, διφορούμενη με μια ασυνάρτητη, όχι έλλογη σχέση πραγμάτων.
-
Αφηρημένη σύνθεση, η οποία χαρακτηρίζεται από μονοχρωμία και έντονη γεωμετρία που δομείται από ευθείες και καμπύλες γραμμές, με αίσθηση ρυθμού και ισορροπίας.
-
Αφηρημένη σύνθεση που χαρακτηρίζεται από έντονη γεωμετρικότητα, μονοχρωμία με τονική ποικιλότητα και ρυθμική επανάληψη μοτίβου με στόχο να επιτευχθεί η κίνηση και η ροή.
-
Ο καλλιτέχνης στην ενότητα έργων του που παρουσιάστηκαν στην 4η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης το 2013, ανάμεσά τους και το Charioteer, επιδιώκει μέσα από τα απομεινάρια της παλιας γνώσης να ξαναφτιάξει ένα όλον. Αποτυπώνει στιγμιότυπα της σημερινής καθημερινότητας που συναντά κανείς παντού στον κόσμο, όπως η νεκρή φύση με τη λεκάνη τουαλέτας, αντιπαραβάλοντάς τα με στοιχεία από το corpus universalis της πολιτισμικής παρακαταθήκης.
-
Η ενότητα έργων του Guram Tsibakhashvili "Εσωτερικοί χώροι", η οποία απαρτίζεται από μια σειρά 5 αρνητικών εικόνων, παρουσιάζει μια σειρά εσωτερικών χώρων στους οποίους πλανάται η αίσθηση πως κάτι πρόκειται να συμβεί. Πρόκειται για χώρους πολύ συνηθισμένους, η τεχνική όμως με την οποία έχει δουλέψει ο καλλιτέχνης προκαλούν υποσυνείδητα μια δυσάρεστη αίσθηση, σαν να φέρουν οι ίδιοι ένα αρνητικό φορτίο και να το μεταδίδουν στον θεατή.
-
Η ενότητα έργων του Guram Tsibakhashvili "Εσωτερικοί χώροι", η οποία απαρτίζεται από μια σειρά 5 αρνητικών εικόνων, παρουσιάζει μια σειρά εσωτερικών χώρων στους οποίους πλανάται η αίσθηση πως κάτι πρόκειται να συμβεί. Πρόκειται για χώρους πολύ συνηθισμένους, η τεχνική όμως με την οποία έχει δουλέψει ο καλλιτέχνης προκαλούν υποσυνείδητα μια δυσάρεστη αίσθηση, σαν να φέρουν οι ίδιοι ένα αρνητικό φορτίο και να το μεταδίδουν στον θεατή.
-
Η ενότητα έργων του Guram Tsibakhashvili "Εσωτερικοί χώροι", η οποία απαρτίζεται από μια σειρά 5 αρνητικών εικόνων, παρουσιάζει μια σειρά εσωτερικών χώρων στους οποίους πλανάται η αίσθηση πως κάτι πρόκειται να συμβεί. Πρόκειται για χώρους πολύ συνηθισμένους, η τεχνική όμως με την οποία έχει δουλέψει ο καλλιτέχνης προκαλούν υποσυνείδητα μια δυσάρεστη αίσθηση, σαν να φέρουν οι ίδιοι ένα αρνητικό φορτίο και να το μεταδίδουν στον θεατή.
-
Η ενότητα έργων του Guram Tsibakhashvili "Εσωτερικοί χώροι", η οποία απαρτίζεται από μια σειρά 5 αρνητικών εικόνων, παρουσιάζει μια σειρά εσωτερικών χώρων στους οποίους πλανάται η αίσθηση πως κάτι πρόκειται να συμβεί. Πρόκειται για χώρους πολύ συνηθισμένους, η τεχνική όμως με την οποία έχει δουλέψει ο καλλιτέχνης προκαλούν υποσυνείδητα μια δυσάρεστη αίσθηση, σαν να φέρουν οι ίδιοι ένα αρνητικό φορτίο και να το μεταδίδουν στον θεατή.
-
Η ενότητα έργων του Guram Tsibakhashvili "Εσωτερικοί χώροι", η οποία απαρτίζεται από μια σειρά 5 αρνητικών εικόνων, παρουσιάζει μια σειρά εσωτερικών χώρων στους οποίους πλανάται η αίσθηση πως κάτι πρόκειται να συμβεί. Πρόκειται για χώρους πολύ συνηθισμένους, η τεχνική όμως με την οποία έχει δουλέψει ο καλλιτέχνης προκαλούν υποσυνείδητα μια δυσάρεστη αίσθηση, σαν να φέρουν οι ίδιοι ένα αρνητικό φορτίο και να το μεταδίδουν στον θεατή.