-
Τη δεκαετία του ’80 ο Τσακίρης απομακρύνεται σταδιακά από τη ζωγραφική και τη χαρακτική και ξεκινά να ασχολείται με τρισδιάστατες κατασκευές. Αφορμή για αυτήν την εξέλιξη αποτέλεσε η εγκατάσταση του στο Πάικο Όρος (1986). Δημιουργεί σειρές έργων από σίδερο, πέτρα και μπρούντζο που έχουν τοτεμική μορφή και η τοποθέτησή τους στον χώρο δημιουργεί την αίσθηση μιας τέχνης που βρίσκεται εγγύτερα στην τελετουργία. Ανάμεσα σε αυτές τις σειρές έργων που παρουσιάστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές του ’90 είναι και η ενότητα «Κολώνες».
-
Ο Chris Giannakos ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 1970 να φτιάχνει τις «ράμπες» του, με τις οποίες θα απασχοληθεί για περισσότερα από τριάντα χρόνια και θα γίνουν η πιο χαρακτηριστική και αντιπροσωπευτική ενότητα έργων της καλλιτεχνικής του δραστηριότητας. Κατασκευασμένες συνήθως από ξύλο, βίδες, ανοξείδωτο ατσάλι, λαμαρίνες και ενίοτε γυαλί, αποτελούνται κατά κύριο λόγο, από ένα έντονα διαγώνιο στοιχείο και μια υποκείμενη δομή, η οποία είναι ουσιώδες στοιχείο της συνολικής σύνθεσης. Το διαγώνιο αυτό στοιχείο μπορεί δυνητικά να έχει διττή σημασία: μπορεί να ειδωθεί ως άνοδος, αλλά θα μπορούσε να γίνει αντιληπτό και ως κάθοδος. Οι επιρροές τόσο από τον ρωσικό κονστρουκτιβισμό όσο και από τον μινιμαλισμό και τον εξπρεσιονισμό, οι αντιπαραθέσεις των υλικών και οι ποιότητες της υφής τους καθώς και η σημασία που αποδίδει στις νοητικές προεκτάσεις των γεωμετρικών μορφών στον χώρο, συνιστούν πρωταρχικά στοιχεία των αναζητήσεων και των προτάσεών του, κλειδιά για την προσέγγιση και την ερμηνεία της δημιουργίας του.
Οι ράμπες του Κρις Γιανάκου δεν είναι απλώς γλυπτικές προτάσεις, αλλά συγγενεύουν με την αρχιτεκτονική, υποβάλλουν την πραγματική κίνηση και επιβάλλονται με ένταση και μνημειακότητα σε εσωτερικά και εξωτερικά περιβάλλοντα, προσομοιάζουν, κάποιες φορές, σε στατικές πλατφόρμες ή θεατρικές σκηνές, ο ρόλος τους είναι περισσότερο συμβολικός παρά πραγματικός. Παρουσιαζόμενες στον πραγματικό χώρο δημιουργούν την αίσθηση μιας ιεροτελεστίας «περάσματος» και «μετάβασης», αναφερόμενες, άμεσα ή έμμεσα, συνειδητά ή υποσυνείδητα, από τα ορφικά μυστήρια μέχρι τις διαδρομές της ανθρώπινης ψυχής όπως αυτές αποτυπώνονται σε βαθμιδωτές κατασκευές αρχαίων πολιτισμών της Μαύρης Θάλασσας και της Μεσοποταμίας, των Σουμερίων, της Βαβυλώνας και της Αιγύπτου. Το έργο "Gridlock" ήταν αρχικά in situ εγκατάσταση στο Αλατζά Ιμαρέτ στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας Θεσσαλονίκη 1997.
-
Ο Chris Giannakos ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 1970 να φτιάχνει τις «ράμπες» του, με τις οποίες θα απασχοληθεί για περισσότερα από τριάντα χρόνια και θα γίνουν η πιο χαρακτηριστική και αντιπροσωπευτική ενότητα έργων της καλλιτεχνικής του δραστηριότητας. Κατασκευασμένες συνήθως από ξύλο, βίδες, ανοξείδωτο ατσάλι, λαμαρίνες και ενίοτε γυαλί, αποτελούνται κατά κύριο λόγο, από ένα έντονα διαγώνιο στοιχείο και μια υποκείμενη δομή, η οποία είναι ουσιώδες στοιχείο της συνολικής σύνθεσης. Το διαγώνιο αυτό στοιχείο μπορεί δυνητικά να έχει διττή σημασία: μπορεί να ειδωθεί ως άνοδος, αλλά θα μπορούσε να γίνει αντιληπτό και ως κάθοδος. Οι επιρροές τόσο από τον ρωσικό κονστρουκτιβισμό όσο και από τον μινιμαλισμό και τον εξπρεσιονισμό, οι αντιπαραθέσεις των υλικών και οι ποιότητες της υφής τους καθώς και η σημασία που αποδίδει στις νοητικές προεκτάσεις των γεωμετρικών μορφών στον χώρο, συνιστούν πρωταρχικά στοιχεία των αναζητήσεων και των προτάσεών του, κλειδιά για την προσέγγιση και την ερμηνεία της δημιουργίας του.
Οι ράμπες του Κρις Γιανάκου δεν είναι απλώς γλυπτικές προτάσεις, αλλά συγγενεύουν με την αρχιτεκτονική, υποβάλλουν την πραγματική κίνηση και επιβάλλονται με ένταση και μνημειακότητα σε εσωτερικά και εξωτερικά περιβάλλοντα, προσομοιάζουν, κάποιες φορές, σε στατικές πλατφόρμες ή θεατρικές σκηνές, ο ρόλος τους είναι περισσότερο συμβολικός παρά πραγματικός. Παρουσιαζόμενες στον πραγματικό χώρο δημιουργούν την αίσθηση μιας ιεροτελεστίας «περάσματος» και «μετάβασης», αναφερόμενες, άμεσα ή έμμεσα, συνειδητά ή υποσυνείδητα, από τα ορφικά μυστήρια μέχρι τις διαδρομές της ανθρώπινης ψυχής όπως αυτές αποτυπώνονται σε βαθμιδωτές κατασκευές αρχαίων πολιτισμών της Μαύρης Θάλασσας και της Μεσοποταμίας, των Σουμερίων, της Βαβυλώνας και της Αιγύπτου.
-
Η καθαρότητα των γεωμετρικών όγκων και η στιβαρή δομή της οργάνωσης της ζωγραφικής επιφάνειας αποτελούν τα βασικά στοιχεία του έργου «Χωρίς τίτλο», το οποίο αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του έργου του καλλιτέχνη στα οποία κυριαρχούν οι δομές με τα κάθετα και τα οριζόντια θέμα και ξεχωρίζουν τα τετράγωνα και τα ορθογώνια σχήματα ως βασικά μέρη του γεωμετρικού του λεξιλογίου.
-
Ο "Ίκαρος" του Θάνου Τζοβαρίδη χαρακτηρίζεται από την αφαιρετική του έκφραση και την έντονα γεωμετρική-κατασκευαστική του δομή. Η λιτή, καθαρή κάθετη φόρμα που δημιουργεί ο καλλιτέχνης επιτρέπει να διαφανεί η αισθητική αξία των ποικίλων υλικών που χρησιμοποιεί, ερευνώντας τις εκφραστικές του δυνατότητες. Παρ' όλη όμως την αφαιρετική διάθεση τα φτερά μαρτυρούν την επιθυμία για πέταγμα, άνοδο ενώ η στιβαρή, συμπαγής βάση παραπέμπει στην πτώση.
-
Η καθαρότητα των γεωμετρικών όγκων και η στιβαρή δομή της οργάνωσης της ζωγραφικής επιφάνειας αποτελούν τα βασικά στοιχεία του έργου «Σύνθεση Α14», η οποία αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του έργου του καλλιτέχνη στα οποία κυριαρχούν οι δομές με τα κάθετα και τα οριζόντια θέμα και ξεχωρίζει το τετράγωνο ως βασικό μέρος του γεωμετρικού του λεξιλογίου.
-
Μια μεγάλη ενότητα του έργου της Ira Waldron αποτελούν τα αντικείμενα, τα οποία αναδεικνύονται σε αγαπημένο της καλλιτεχνικό είδος είτε με τη μορφή ενός κανονικού γλυπτού είτε ως δημιουργίες από ένα σύνολο ετερόκλητων αντικειμένων ή στοιχείων οικειοποιημένων από το έργο άλλων καλλιτεχνών. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί και το έργο Παιδιά, Κουζίνα, Εκκλησία του 2016 όπου η καλλιτέχνιδα συνδυάζει ένα κεραμικό σκεύος της κουζίνας με στοιχεία ενός ξύλινου παιδικού παιχνιδιού δημιουργώντας ταυτόχρονα έναν χριστιανικό σταυρό. Στόχος της είναι να δημιουργήσει ένα καλλιτεχνικό τέχνασμα παρακινώντας τον θεατή να κοιτάξει προσεκτικότερα το αντικείμενο, να το αποδεχθεί και συχνά να τον προκαλέσει να το αγγίξει. Και ενώ σε πρώτη ανάγνωση θα μπορούσε κανείς να προσεγγίσει τα αντικείμενα αυτά ως χαριτωμένα και παιγνιώδη, στην πραγματικότητα εμπεριέχουν πολιτικά, κοινωνικά και θρησκευτικά μηνύματα, τα οποία δημιουργούν δεύτερες σκέψεις στον θεατή.
-
Το βιβλίο σαν θεωρητική έννοια αλλά και σαν αντικείμενο αποτελεί βασικό στοιχείο στο έργο της Μήτρεντσε. Η ιστορία του, κομμάτι της ιστορίας ολόκληρου του πολιτισμού, στις μέρες μας τείνει να αποτελέσει ένα κομμάτι του παρελθόντος καθώς συχνά μετατρέπεται σε ένα χαρακτηριστικό αλλοτινών καιρών. Η μετάβαση στη ψηφιακή εποχή, η περιθωριοποίηση του βιβλίου, η μετατροπή του σε άυλο ψηφιακό αντικείμενο, απασχολεί πολύ την καλλιτέχνιδα, η οποία επιχειρεί στα έργα της να δώσει τη δική της ερμηνεία για αυτή τη μετάβαση, για το μέλλον του βιβλίου και γενικότερα για το πως πρόκειται οι επόμενες γενιές να αντιλαμβάνονται την αξία και τον ρόλο του.
Σε αυτήν τη γλυπτική σύνθεση η Μήτρεντσε χρησιμοποιεί την κουκουβάγια ή γλαύκα, στοιχείο της ελληνικής μυθολογίας, σύμβολο της θεάς Αθηνάς. Από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας η κουκουβάγια ταυτίζεται με τη σοφία, αποτελεί σύμβολο γνώσης, οξυδέρκειας και πολυμάθειας. Η καλλιτέχνιδα την τοποθετεί στην κορυφή ενός χειροποίητου βάθρου που είναι φτιαγμένο από βιβλία, που όμως δεν μπορούν να διαβαστούν, δημιουργώντας μια σειρά από συνειρμούς σε σχέση με τη σοφία και την απαγόρευση στη γνώση.
-
Το βιβλίο σαν θεωρητική έννοια αλλά και σαν αντικείμενο αποτελεί βασικό στοιχείο στο έργο της Μήτρεντσε. Η ιστορία του, κομμάτι της ιστορίας ολόκληρου του πολιτισμού, στις μέρες μας τείνει να αποτελέσει ένα κομμάτι του παρελθόντος καθώς συχνά μετατρέπεται σε ένα χαρακτηριστικό αλλοτινών καιρών. Η μετάβαση στη ψηφιακή εποχή, η περιθωριοποίηση του βιβλίου, η μετατροπή του σε άυλο ψηφιακό αντικείμενο, απασχολεί πολύ την καλλιτέχνιδα, η οποία επιχειρεί στα έργα της να δώσει τη δική της ερμηνεία για αυτή τη μετάβαση.
Σε αυτήν τη γλυπτική σύνθεση η Μήτρεντσε χρησιμοποιεί την κουκουβάγια ή γλαύκα, στοιχείο της ελληνικής μυθολογίας, σύμβολο της θεάς Αθηνάς. Από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας η κουκουβάγια ταυτίζεται με τη σοφία, αποτελεί σύμβολο γνώσης, οξυδέρκειας και πολυμάθειας. Η καλλιτέχνιδα την τοποθετεί στην κορυφή ενός χειροποίητου βάθρου που είναι φτιαγμένο από βιβλία, που όμως δεν μπορούν να διαβαστούν, δημιουργώντας μια σειρά από συνειρμούς σε σχέση με τη σοφία και την απαγόρευση στη γνώση.
-
Η γλυπτική σύνθεση του Κλέαρχου Λουκόπουλου «Χωρίς τίτλο» χαρακτηρίζεται από τη λιτότητα των γραμμών, τη στιβαρή δομή των συνθέσεων και την αυστηρά ισορροπημένη διάταξή της στο χώρο. Είναι εμφανείς οι επιρροές του καλλιτέχνη από την ελληνική αρχαιότητα, καθώς οι συμπαγείς πολυεδρικοί όγκοι παραπέμπουν σε μυκηναϊκά μνημεία.
-
Οι μορφές του Φώτη Χατζηιωαννίδη διακρίνονται για τη στιβαρότητά τους. Συχνά μετουσιώνουν το όραμα της ένωσης μέσα από φόρμες που εισέχουν, εξέχουν, έλκονται, ενώ όπως στην περίπτωση του έργου «Χώρος, Υποκείμενο, Αντικείμενο», όπου η σύνθεση μπορεί αρχικά να εκληφθεί ως προτομή, παραπέμπει σε φαλλικό σύμβολο, τονίζοντας τα χαρακτηριστικά του ανδρικού φύλου και τη γυμνότητα.
-
Ο Ανδρέας Βούσουρας αντλεί τη θεματολογία του από κοινωνικό-πολιτικά ζητήματα της σύγχρονης εποχής. Στο «Μαύρο γάλα» επιχειρεί να οπτικοποιήσει την προσωπική του θέση για τη βία στη σύγχρονη κοινωνία. Λειτουργώντας ανατρεπτικά τοποθετεί μια μαύρη κουκούλα full face στο κεφάλι μιας μητέρας που θηλάζει το παιδί της. Η αντίθεση της λευκής πορσελάνινης σύνθεσης με αυτήν τη μαύρη προσθήκη μοιάζει αλλόκοτη. Από τη μια το λευκό, αγνό μητρικό γάλα μετατρέπεται σε μαύρο, σε κάτι μιαρό, κακό, βίαιο. Η χρήση της full face κουκούλας που έχει συνδυαστεί τα τελευταία χρόνια με τη βία, το παράνομο, το «κακό», τοποθετείται στο κεφάλι της μητέρας, θέλοντας να στηλιτεύσει τον τρόπο με τον οποίο η βία γεννάται, αναπτύσσεται, ξεπηδά στη σύγχρονη κοινωνία.
-
Το έργο του Nuriddin Rasulov, ένα συναρμολογούμενο γλυπτό που παραπέμπει σε δορυφόρο, ο οποίος στρέφεται γύρω από το κεντρικό σφαιρικό σώμα του, αξιοποιεί την παραδοσιακή τέχνη της γλυπτικής με έντονα διακοσμητικά στοιχεία μόνο στους ακτινωτούς βραχίονες της κατασκευής. Είναι τονισμένο το κατασκευαστικό στοιχείο, ενώ ελλοχεύει και η έννοια του παιχνιδιού, ενός συναρμολογούμενου παιχνιδιού που συντίθεται και αποσυναρμολογείται. Παρά το σκληρό και άκαμπτο υλικό που χρησιμοποιεί ο καλλιτέχνης κατορθώνει να τονίσει και να επιβάλλει την αίσθηση της συμμετρίας, της ισορροπίας και ταυτόχρονα την αίσθηση μιας επίφοβης σταθερότητας.
-
Το έργο του Paul Russo “Αλκιβιάδης», ένα γλυπτό μεικτής τεχνικής που χαρακτηρίζεται από την ευπλαστότητα και την ευθραυστότητα των υλικών κατασκευής μοιάζει ως πυκνή ύλη ριγμένη με αυθόρμητο τρόπο που μορφοποιεί ένα αφηρημένο σχήμα, μια στερεοποιημένη μάζα, η οποία με αυτόν το τρόπο καταγράφει άμεσα τη χειρονομιακή διαδικασία κατασκευής του. Ο τίτλος του έργου «Αλκιβιάδης» παραπέμπει στο ομώνυμο ιστορικό πρόσωπο της αρχαιότητας, τον Αθηναίο ρήτορα, πολιτικό και στρατηγό και την αμφίσημη προσωπικότητά του.
-
Το "Πουλί" του Νίκου Μπαχαρίδη είναι μια γλυπτική σύνθεση με έντονα αφαιρετικά στοιχεία. Αναπαριστά ένα σχηματοποιημένο πτηνό, θέμα που επανέρχεται συχνά στο έργο του. Ο καλλιτέχνης δημιουργεί μινιμαλιστικές φόρμες, δίνοντας έμφαση στο υλικό του έργου. Ο λευκός ψαμμίτης, λιτός και συμπαγής, αποδίδει στο ίδιο το έργο τη στιβαρότητα του όγκου χωρίς όμως να του προσδίδει οπτικά το "βάρος" του υλικού κατασκευής.
-
Στην αφηρημένη γλυπτική σύνθεση του 1992 με τίτλο «Ερωτικό» ο Pavel Medek παραμένει πιστός στις παραδοσιακές πλαστικές αξίες, καθώς το ξύλινο γλυπτό με τις λείες, καμπύλες γραμμές διακρίνεται για την καθαρότητα, την ισορροπία, τις ρυθμικές αρμονικές μεταβάσεις των όγκων, αλλά και την εξπρεσιονιστική του δύναμη.
-
Οι συνθέσεις του Κυριάκου Καμπαδάκη έχουν, πολλές φορές, δραματικό περιεχόμενο. Στη Γενεσιουργία, η φτερωτή ανδρική μορφή προβάλει ελεύθερη και ενεργητική στο χώρο, απαλλαγμένη από νατουραλιστικές λεπτομέρειες, μέσα από ένα παιχνίδι αντιθέσεων και ισορροπιών, όπου η στατικότητα και η κίνηση, η πυκνότητα και η αφαίρεση της ύλης, καθώς και οι έννοιες της πτώσης και της ανάτασης, συνδυάζονται οργανικά.
-
Στον πυρήνα της τέχνης του Ιωάννη Αβραμίδη συνυπάρχει η δημιουργική συνδιαλλαγή τόσο με το παρελθόν (αρχαϊκή γλυπτική) όσο και με τις σύγχρονες εικαστικές αναζητήσεις. Δίνοντας ξεχωριστή σημασία στην τεχνική και στα υλικά, μετασχηματίζει την ανθρώπινη μορφή σ’ ένα είδος κυλινδρικής στήλης με καμπύλες, εξάρσεις και κοιλώματα, οριζόντιες ραβδώσεις και παράλληλες τομές. Η συμμετρία, η αφαίρεση, η πυκνότητα του πλασίματος, η αρμονική σύζευξη των όγκων και η επιβολή ενός οργανικού ρυθμού συντείνουν στον αρχετυπικό χαρακτήρα που επιθυμεί να προσδώσει στη μορφή ο γλύπτης.
-
Η μεικτής τεχνικής προτομή XXXL Necklace του Λεωνίδα Γεροντίδη προκαλεί στον θεατή διφορούμενες σκέψεις: Από τη μία παραπέμπει πιθανόν στη φυλή Kayan της Μιανμάρ και στο λεγόμενο λαιμός της καμηλοπάρδαλης, όπου οι γυναίκες της φυλής επιλέγουν να επιμηκύνουν τον λαιμό τους ως μια διαδικασίας καλλωπισμού και ομορφιάς και αποτελεί μια προγονική συνήθεια και παράδοση. Αφετέρου, το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό υλικό που χρησιμοποιεί, οι καρφίτσες και ο αιχμηρός τους χαρακτήρας φαίνεται να λειτουργούν ως ένα μέσο καταστολής της ελευθερίας μιας γυναίκας: της ελευθερίας κίνησης, ομιλίας σαν να πρέπει με αυτόν τον τρόπο να της επιβληθούν περιορισμοί.
-
Η γλυπτική σύνθεση «Χωρίς τίτλο» βασίζεται στο γεωμετρικό λεξιλόγιο και τις κονστρουκτιβιστικές αξίες. Με μια απόλυτα πειθαρχημένη-λογική αντίληψη, η οποία εκκινεί από μαθηματικές σχέσεις και θεωρίες, ο καλλιτέχνης οργανώνει τη σύνθεση με ακρίβεια και καθαρότητα, επιλέγει την ένταση και την κίνηση, την ισορροπία και τον διάλογο των γραμμών και των σχημάτων, δημιουργώντας μια εκφραστική γλώσσα που διακρίνεται για την ασφάλειά της.
-
Το έργο «Χειροβομβίδα» αποτελεί τμήμα του Νέου Μουσείου της Βαγδάτης, μιας εκτεταμένης εγκατάστασης που αντλεί την έμπνευσή της από τον πόλεμο του Ιράκ, την εισβολή των Αμερικανών, το βομβαρδισμό, τη λεηλασία και την οργανωμένη καταστροφή του Μουσείου της Βαγδάτης. Ο καλλιτέχνης παρουσιάζει την πραγματικότητα ενός νέου μουσείου, όπου πλέον εκτίθενται τα τεκμήρια του τρόμου: πολεμικά αντικείμενα σε μικρή κλίμακα, φιλοτεχνημένα από εφημερίδες. Το Νέο Μουσείο της Βαγδάτης είναι μια κατάθεση ψυχής, ένα ανάγνωσμα για τις επόμενες γενιές αλλά και μια πολυσήμαντη προσέγγιση στις έννοιες της βίας, του πολέμου, της σύγκρουσης και του διχασμού Ανατολής-Δύσης, όπως επίσης στην ανθρώπινη μοίρα και στο δράμα της ύπαρξης.
-
Το γλυπτό «Αλέξανδρος 4 μάτια» ανήκει στη σειρά έργων Μελλοντική Αρχαιολογία, όπου ο καλλιτέχνης ανακατασκευάζει κλασικές αρχαιοελληνικές και ρωμαϊκές γλυπτικές μορφές σε νέες απρόσμενες παραμορφωμένες συνθέσεις.
-
Στη ζωγραφική του Philip Tsiaras επανέρχονται συχνά ορισμένα μοτίβα, όπως: το άλογο, το αεροπλάνο, το όπλο δημιουργώντας αυτόνομες ενότητες. Στη σειρά «Τοπολογίες», όπου πρωταγωνιστεί «το αεροπλάνο» ξεχωρίζει το έργο “Burning Bird”. Μια εξπρεσιονιστική έκρηξη χρωματικών όγκων που έρχεται σε ευθεία αντιστοιχία με τις μορφοπλαστικές αναζητήσεις της χειρονομιακής ζωγραφικής (action painting ) και του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, παρόλο που το θέμα είναι αναγνωρίσιμο. Ο χώρος είναι απροσδιόριστος, παραπέμπει σε ένα φανταστικό αστρικό τοπίο, πιθανότατα στον κόσμο του διαστήματος, μαγνητίζει τον θεατή και μπορεί να ερμηνευτεί ως ανταπόκριση του καλλιτέχνη στην καταιγιστική πραγματικότητα που βιώνει.
-
Στη «Σύνθεση X 237” διακρίνονται ξεκάθαρα οι επιρροές του καλλιτέχνη από τον κονστρουκτιβισμό και τη γεωμετρική αφαίρεση. Σε ένα ομόχρωμο φόντο, όπου είναι εμφανής η ισορροπία και ο διάλογος των γραμμών, ο καλλιτέχνης αποδίδει μια σύνθεση δίνοντας έμφαση τους συνδυασμούς καθέτων, οριζοντίων και διαγώνιων στοιχείων.
-
Κολάζ-μακέτα για την αφίσα της έκθεσης της Χρύσας "Light Negative Positive" που πραγματοποιήθηκε στο Robinson Hall του Πανεπιστημίου του Harvard το 1968. Απεικονίζονται σπουδές της καλλιτέχνιδας που αφορούν στην ανάλυση γραμμάτων και του συμβόλου & που παρουσιάστηκαν στην έκθεση.