-
Τα έργα του, τα οποία στην πλειοψηφία τους είναι τέμπερες μικρών διαστάσεων, μπορούν να χωριστούν σε διάφορες θεματογραφικές ενότητες: συνθέσεις φυσικού και αστικού τοπίου, εκκλησάκια, στρατώνες, ανθρώπους του μόχθου, Μακεδονομάχους, ιερωμένους κ.ά. Διακρίνονται οι επιρροές από τη ζωγραφική του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη και του Νίκου Φωτάκι, ενώ συχνά τόσο το ζωγραφικό του ύφος όσο και η τεχνοτροπία του επηρεάζονται έντονα από την ψυχική του διάθεση, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να εφαρμόζει στα έργα του στοιχεία διαφόρων ρευμάτων, δημιουργώντας συνθέσεις άλλοτε λυρικές και άλλοτε εξπρεσιονιστικές. Ζωγραφίζει από μια εσωτερική ανάγκη να αποδώσει τις εικόνες που βλέπει γύρω του. Με κοφτή πινελιά, χωρίς προοπτική και φωτοσκιάσεις δημιουργεί έργα όπου τον πρωτεύοντα ρόλο έχουν το χρώμα και η αναγνώριση του θέματος και όχι τόσο η λεπτομέρεια στο σχέδιο.
-
Τα έργα του, τα οποία στην πλειοψηφία τους είναι τέμπερες μικρών διαστάσεων, μπορούν να χωριστούν σε διάφορες θεματογραφικές ενότητες: συνθέσεις φυσικού και αστικού τοπίου, εκκλησάκια, στρατώνες, ανθρώπους του μόχθου, Μακεδονομάχους, ιερωμένους κ.ά. Διακρίνονται οι επιρροές από τη ζωγραφική του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη και του Νίκου Φωτάκι, ενώ συχνά τόσο το ζωγραφικό του ύφος όσο και η τεχνοτροπία του επηρεάζονται έντονα από την ψυχική του διάθεση, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να εφαρμόζει στα έργα του στοιχεία διαφόρων ρευμάτων, δημιουργώντας συνθέσεις άλλοτε λυρικές και άλλοτε εξπρεσιονιστικές. Ζωγραφίζει από μια εσωτερική ανάγκη να αποδώσει τις εικόνες που βλέπει γύρω του. Με κοφτή πινελιά, χωρίς προοπτική και φωτοσκιάσεις δημιουργεί έργα όπου τον πρωτεύοντα ρόλο έχουν το χρώμα και η αναγνώριση του θέματος και όχι τόσο η λεπτομέρεια στο σχέδιο.
-
Τα έργα του, τα οποία στην πλειοψηφία τους είναι τέμπερες μικρών διαστάσεων, μπορούν να χωριστούν σε διάφορες θεματογραφικές ενότητες: συνθέσεις φυσικού και αστικού τοπίου, εκκλησάκια, στρατώνες, ανθρώπους του μόχθου, Μακεδονομάχους, ιερωμένους κ.ά. Διακρίνονται οι επιρροές από τη ζωγραφική του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη και του Νίκου Φωτάκι, ενώ συχνά τόσο το ζωγραφικό του ύφος όσο και η τεχνοτροπία του επηρεάζονται έντονα από την ψυχική του διάθεση, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να εφαρμόζει στα έργα του στοιχεία διαφόρων ρευμάτων, δημιουργώντας συνθέσεις άλλοτε λυρικές και άλλοτε εξπρεσιονιστικές. Ζωγραφίζει από μια εσωτερική ανάγκη να αποδώσει τις εικόνες που βλέπει γύρω του. Με κοφτή πινελιά, χωρίς προοπτική και φωτοσκιάσεις δημιουργεί έργα όπου τον πρωτεύοντα ρόλο έχουν το χρώμα και η αναγνώριση του θέματος και όχι τόσο η λεπτομέρεια στο σχέδιο.
-
Τα εννέα τυπώματα υφάσματος, διαστάσεων 35 x 27 εκ. το καθένα, που απαρτίζουν την εγκατάσταση μεταβλητών διαστάσεων «Βοήθειααααα ή Χορός» της Χρύσας Μπεζιργιαννίδου αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου κύκλου δουλειάς, στην οποία η καλλιτέχνιδα μέσω των τυπωμάτων και των χαρακτικών επιχειρεί να διατυπώσει τη στάση της στις σύγχρονες δυσκολίες. Μέσα από την απουσία της ανθρώπινης φιγούρας προσπαθεί με περίτεχνο τρόπο να περιστοιχίσει την ανθρώπινη υπόσταση. Σύμφωνα με την καλλιτέχνιδα η απουσία της με τον κυριολεκτικό και τον συμβολικό της χαρακτήρα καταδεικνύει την συμπαράταξή της με την πλευρά του ανθρωπισμού που στόχο του έχει την ανάδειξη του ατόμου ως μοναδικό ρυθμιστή της τύχης και της υπόστασης του.
-
Η θεματολογία του ζωγραφικού έργου του Γιώργου Βακαλο περιλαμβάνει τοπία, φυτά, πουλιά, φανταστικά όντα, θαλάσσιους βυθούς, αφηρημένες συνθέσεις και κινείται στο πλαίσιο ενός ιδιότυπου ποιητικού σουρεαλισμού. Οι ετερόκλητοι συνδυασμοί του, η εξωπραγματική ατμόσφαιρα και η ονειρική διάσταση του χώρου σε συνδυασμό με την πιστότητα απόδοσης των λεπτομερειών, τη συγκρατημένη χρωματική κλίμακα και μια εμφανή διακοσμητική διάθεση χαρακτηρίζουν τα έργα του, τα οποία αφηγούνται παράδοξες και απροσδόκητες ιστορίες.
-
Το Παρεκκλήσι της Ουράνιας Κλίμακας πρωτοπαρουσιάστηκε το 1997 στην 47η Μπιενάλε της Βενετίας (εθν. επίτροπος Έφη Στρούζα) ως ένα από τα έργα της ελληνικής συμμετοχής. Σχεδιάστηκε το 1995 από τον Στήβεν Αντωνάκο έχοντας ως έμπνευση τη βυζαντινή εικόνα της Ουράνιας Κλίμακας της Μονής της Αγίας Αικατερίνης του Σινά, την οποία φιλοτέχνησε ο μοναχός Ιωάννης της Κλίμακος.
Αποτελείται από μια τετράγωνη στιβαρή κατασκευαστική δομή από σκουριασμένο σίδερο, η οποία αντέχει στις καιρικές συνθήκες. Στην είσοδο του διακρίνονται 12 σταυροί ως αναφορά στους 12 αποστόλους, ενώ από την οροφή που έχει σχήμα ελληνικού σταυρού εξέρχεται χρυσή κλίμακα που συμβάλλει στην σύνδεση της γης με τον ουρανό. Το στέγαστρο της εισόδου καλύπτεται από κόκκινο νέον ενώ στο περίγραμμα του ανοίγματος της οροφής έχει τοποθετηθεί μπλε τετράγωνο νέον. Σύμφωνα με τον καλλιτέχνη «…αυτά τα δύο χρώματα είναι στην ουσία, το άλφα και το ωμέγα της τέχνης μου». Πρόθεση του καλλιτέχνη ήταν καθώς ο επισκέπτης εισέρχεται στο σκοτεινό εσωτερικό που δημιουργεί μια αποπνικτική ατμόσφαιρα να βρίσκει «διέξοδο» στη θέα της σκάλας που υψώνεται πάνω από το άνοιγμα της οροφής και φωτίζεται με νέον προξενώντας εν τέλει μια πνευματική εμπειρία, ένα αίσθημα ανάτασης, υπέρβασης και απελευθέρωσης.
Μετά τη λήξη της Μπιενάλε της Βενετίας, το Παρεκκλήσι δωρίθηκε από τον καλλιτέχνη στον ελληνικό λαό και εγκαταστάθηκε στον προαύλιο χώρο του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης της Θεσσαλονίκης [σήμερα MOMus-Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης-Συλλογή Κωστάκη] στη Μονή Λαζαριστών.
-
Στον πυρήνα της τέχνης του Ιωάννη Αβραμίδη συνυπάρχει η δημιουργική συνδιαλλαγή τόσο με το παρελθόν (αρχαϊκή γλυπτική) όσο και με τις σύγχρονες εικαστικές αναζητήσεις. Δίνοντας ξεχωριστή σημασία στην τεχνική και στα υλικά, μετασχηματίζει την ανθρώπινη μορφή σ’ ένα είδος κυλινδρικής στήλης με καμπύλες, εξάρσεις και κοιλώματα, οριζόντιες ραβδώσεις και παράλληλες τομές. Η συμμετρία, η αφαίρεση, η πυκνότητα του πλασίματος, η αρμονική σύζευξη των όγκων και η επιβολή ενός οργανικού ρυθμού συντείνουν στον αρχετυπικό χαρακτήρα που επιθυμεί να προσδώσει στη μορφή ο γλύπτης. Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 προχωρά στη σύνθεση περισσότερων μορφών σε μια ενότητα, όπως το έργο «Ομάδα τεσσάρων μορφών», διατηρώντας τα ίδια χαρακτηριστικά και δίνοντας έμφαση στις ίδιες πλαστικές αξίες. Οι κάθετοι άξονες και οι οριζόντιες τομές που δημιουργεί δίνουν την αίσθηση, όπως και οι μεμονωμένες φιγούρες, πως κτίζονται από κάτω προς τα πάνω κατά πατώματα.
-
Τη δεκαετία του ’80 ο Τσακίρης απομακρύνεται σταδιακά από τη ζωγραφική και τη χαρακτική και ξεκινά να ασχολείται με τρισδιάστατες κατασκευές. Αφορμή για αυτήν την εξέλιξη αποτέλεσε η εγκατάσταση του στο Πάικο Όρος (1986). Δημιουργεί σειρές έργων από σίδερο, πέτρα και μπρούντζο που έχουν τοτεμική μορφή και η τοποθέτησή τους στον χώρο δημιουργεί την αίσθηση μιας τέχνης που βρίσκεται εγγύτερα στην τελετουργία. Ανάμεσα σε αυτές τις σειρές έργων που παρουσιάστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές του ’90 είναι και η ενότητα «Κολώνες».
-
Ο Chris Giannakos ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 1970 να φτιάχνει τις «ράμπες» του, με τις οποίες θα απασχοληθεί για περισσότερα από τριάντα χρόνια και θα γίνουν η πιο χαρακτηριστική και αντιπροσωπευτική ενότητα έργων της καλλιτεχνικής του δραστηριότητας. Κατασκευασμένες συνήθως από ξύλο, βίδες, ανοξείδωτο ατσάλι, λαμαρίνες και ενίοτε γυαλί, αποτελούνται κατά κύριο λόγο, από ένα έντονα διαγώνιο στοιχείο και μια υποκείμενη δομή, η οποία είναι ουσιώδες στοιχείο της συνολικής σύνθεσης. Το διαγώνιο αυτό στοιχείο μπορεί δυνητικά να έχει διττή σημασία: μπορεί να ειδωθεί ως άνοδος, αλλά θα μπορούσε να γίνει αντιληπτό και ως κάθοδος. Οι επιρροές τόσο από τον ρωσικό κονστρουκτιβισμό όσο και από τον μινιμαλισμό και τον εξπρεσιονισμό, οι αντιπαραθέσεις των υλικών και οι ποιότητες της υφής τους καθώς και η σημασία που αποδίδει στις νοητικές προεκτάσεις των γεωμετρικών μορφών στον χώρο, συνιστούν πρωταρχικά στοιχεία των αναζητήσεων και των προτάσεών του, κλειδιά για την προσέγγιση και την ερμηνεία της δημιουργίας του.
Οι ράμπες του Κρις Γιανάκου δεν είναι απλώς γλυπτικές προτάσεις, αλλά συγγενεύουν με την αρχιτεκτονική, υποβάλλουν την πραγματική κίνηση και επιβάλλονται με ένταση και μνημειακότητα σε εσωτερικά και εξωτερικά περιβάλλοντα, προσομοιάζουν, κάποιες φορές, σε στατικές πλατφόρμες ή θεατρικές σκηνές, ο ρόλος τους είναι περισσότερο συμβολικός παρά πραγματικός. Παρουσιαζόμενες στον πραγματικό χώρο δημιουργούν την αίσθηση μιας ιεροτελεστίας «περάσματος» και «μετάβασης», αναφερόμενες, άμεσα ή έμμεσα, συνειδητά ή υποσυνείδητα, από τα ορφικά μυστήρια μέχρι τις διαδρομές της ανθρώπινης ψυχής όπως αυτές αποτυπώνονται σε βαθμιδωτές κατασκευές αρχαίων πολιτισμών της Μαύρης Θάλασσας και της Μεσοποταμίας, των Σουμερίων, της Βαβυλώνας και της Αιγύπτου. Το έργο "Gridlock" ήταν αρχικά in situ εγκατάσταση στο Αλατζά Ιμαρέτ στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας Θεσσαλονίκη 1997.
-
Ο Chris Giannakos ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 1970 να φτιάχνει τις «ράμπες» του, με τις οποίες θα απασχοληθεί για περισσότερα από τριάντα χρόνια και θα γίνουν η πιο χαρακτηριστική και αντιπροσωπευτική ενότητα έργων της καλλιτεχνικής του δραστηριότητας. Κατασκευασμένες συνήθως από ξύλο, βίδες, ανοξείδωτο ατσάλι, λαμαρίνες και ενίοτε γυαλί, αποτελούνται κατά κύριο λόγο, από ένα έντονα διαγώνιο στοιχείο και μια υποκείμενη δομή, η οποία είναι ουσιώδες στοιχείο της συνολικής σύνθεσης. Το διαγώνιο αυτό στοιχείο μπορεί δυνητικά να έχει διττή σημασία: μπορεί να ειδωθεί ως άνοδος, αλλά θα μπορούσε να γίνει αντιληπτό και ως κάθοδος. Οι επιρροές τόσο από τον ρωσικό κονστρουκτιβισμό όσο και από τον μινιμαλισμό και τον εξπρεσιονισμό, οι αντιπαραθέσεις των υλικών και οι ποιότητες της υφής τους καθώς και η σημασία που αποδίδει στις νοητικές προεκτάσεις των γεωμετρικών μορφών στον χώρο, συνιστούν πρωταρχικά στοιχεία των αναζητήσεων και των προτάσεών του, κλειδιά για την προσέγγιση και την ερμηνεία της δημιουργίας του.
Οι ράμπες του Κρις Γιανάκου δεν είναι απλώς γλυπτικές προτάσεις, αλλά συγγενεύουν με την αρχιτεκτονική, υποβάλλουν την πραγματική κίνηση και επιβάλλονται με ένταση και μνημειακότητα σε εσωτερικά και εξωτερικά περιβάλλοντα, προσομοιάζουν, κάποιες φορές, σε στατικές πλατφόρμες ή θεατρικές σκηνές, ο ρόλος τους είναι περισσότερο συμβολικός παρά πραγματικός. Παρουσιαζόμενες στον πραγματικό χώρο δημιουργούν την αίσθηση μιας ιεροτελεστίας «περάσματος» και «μετάβασης», αναφερόμενες, άμεσα ή έμμεσα, συνειδητά ή υποσυνείδητα, από τα ορφικά μυστήρια μέχρι τις διαδρομές της ανθρώπινης ψυχής όπως αυτές αποτυπώνονται σε βαθμιδωτές κατασκευές αρχαίων πολιτισμών της Μαύρης Θάλασσας και της Μεσοποταμίας, των Σουμερίων, της Βαβυλώνας και της Αιγύπτου.
-
Η καθαρότητα των γεωμετρικών όγκων και η στιβαρή δομή της οργάνωσης της ζωγραφικής επιφάνειας αποτελούν τα βασικά στοιχεία του έργου «Χωρίς τίτλο», το οποίο αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του έργου του καλλιτέχνη στα οποία κυριαρχούν οι δομές με τα κάθετα και τα οριζόντια θέμα και ξεχωρίζουν τα τετράγωνα και τα ορθογώνια σχήματα ως βασικά μέρη του γεωμετρικού του λεξιλογίου.
-
Ο "Ίκαρος" του Θάνου Τζοβαρίδη χαρακτηρίζεται από την αφαιρετική του έκφραση και την έντονα γεωμετρική-κατασκευαστική του δομή. Η λιτή, καθαρή κάθετη φόρμα που δημιουργεί ο καλλιτέχνης επιτρέπει να διαφανεί η αισθητική αξία των ποικίλων υλικών που χρησιμοποιεί, ερευνώντας τις εκφραστικές του δυνατότητες. Παρ' όλη όμως την αφαιρετική διάθεση τα φτερά μαρτυρούν την επιθυμία για πέταγμα, άνοδο ενώ η στιβαρή, συμπαγής βάση παραπέμπει στην πτώση.
-
Η καθαρότητα των γεωμετρικών όγκων και η στιβαρή δομή της οργάνωσης της ζωγραφικής επιφάνειας αποτελούν τα βασικά στοιχεία του έργου «Σύνθεση Α14», η οποία αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του έργου του καλλιτέχνη στα οποία κυριαρχούν οι δομές με τα κάθετα και τα οριζόντια θέμα και ξεχωρίζει το τετράγωνο ως βασικό μέρος του γεωμετρικού του λεξιλογίου.
-
Μια μεγάλη ενότητα του έργου της Ira Waldron αποτελούν τα αντικείμενα, τα οποία αναδεικνύονται σε αγαπημένο της καλλιτεχνικό είδος είτε με τη μορφή ενός κανονικού γλυπτού είτε ως δημιουργίες από ένα σύνολο ετερόκλητων αντικειμένων ή στοιχείων οικειοποιημένων από το έργο άλλων καλλιτεχνών. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί και το έργο Παιδιά, Κουζίνα, Εκκλησία του 2016 όπου η καλλιτέχνιδα συνδυάζει ένα κεραμικό σκεύος της κουζίνας με στοιχεία ενός ξύλινου παιδικού παιχνιδιού δημιουργώντας ταυτόχρονα έναν χριστιανικό σταυρό. Στόχος της είναι να δημιουργήσει ένα καλλιτεχνικό τέχνασμα παρακινώντας τον θεατή να κοιτάξει προσεκτικότερα το αντικείμενο, να το αποδεχθεί και συχνά να τον προκαλέσει να το αγγίξει. Και ενώ σε πρώτη ανάγνωση θα μπορούσε κανείς να προσεγγίσει τα αντικείμενα αυτά ως χαριτωμένα και παιγνιώδη, στην πραγματικότητα εμπεριέχουν πολιτικά, κοινωνικά και θρησκευτικά μηνύματα, τα οποία δημιουργούν δεύτερες σκέψεις στον θεατή.
-
Το βιβλίο σαν θεωρητική έννοια αλλά και σαν αντικείμενο αποτελεί βασικό στοιχείο στο έργο της Μήτρεντσε. Η ιστορία του, κομμάτι της ιστορίας ολόκληρου του πολιτισμού, στις μέρες μας τείνει να αποτελέσει ένα κομμάτι του παρελθόντος καθώς συχνά μετατρέπεται σε ένα χαρακτηριστικό αλλοτινών καιρών. Η μετάβαση στη ψηφιακή εποχή, η περιθωριοποίηση του βιβλίου, η μετατροπή του σε άυλο ψηφιακό αντικείμενο, απασχολεί πολύ την καλλιτέχνιδα, η οποία επιχειρεί στα έργα της να δώσει τη δική της ερμηνεία για αυτή τη μετάβαση, για το μέλλον του βιβλίου και γενικότερα για το πως πρόκειται οι επόμενες γενιές να αντιλαμβάνονται την αξία και τον ρόλο του.
Σε αυτήν τη γλυπτική σύνθεση η Μήτρεντσε χρησιμοποιεί την κουκουβάγια ή γλαύκα, στοιχείο της ελληνικής μυθολογίας, σύμβολο της θεάς Αθηνάς. Από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας η κουκουβάγια ταυτίζεται με τη σοφία, αποτελεί σύμβολο γνώσης, οξυδέρκειας και πολυμάθειας. Η καλλιτέχνιδα την τοποθετεί στην κορυφή ενός χειροποίητου βάθρου που είναι φτιαγμένο από βιβλία, που όμως δεν μπορούν να διαβαστούν, δημιουργώντας μια σειρά από συνειρμούς σε σχέση με τη σοφία και την απαγόρευση στη γνώση.
-
Το βιβλίο σαν θεωρητική έννοια αλλά και σαν αντικείμενο αποτελεί βασικό στοιχείο στο έργο της Μήτρεντσε. Η ιστορία του, κομμάτι της ιστορίας ολόκληρου του πολιτισμού, στις μέρες μας τείνει να αποτελέσει ένα κομμάτι του παρελθόντος καθώς συχνά μετατρέπεται σε ένα χαρακτηριστικό αλλοτινών καιρών. Η μετάβαση στη ψηφιακή εποχή, η περιθωριοποίηση του βιβλίου, η μετατροπή του σε άυλο ψηφιακό αντικείμενο, απασχολεί πολύ την καλλιτέχνιδα, η οποία επιχειρεί στα έργα της να δώσει τη δική της ερμηνεία για αυτή τη μετάβαση.
Σε αυτήν τη γλυπτική σύνθεση η Μήτρεντσε χρησιμοποιεί την κουκουβάγια ή γλαύκα, στοιχείο της ελληνικής μυθολογίας, σύμβολο της θεάς Αθηνάς. Από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας η κουκουβάγια ταυτίζεται με τη σοφία, αποτελεί σύμβολο γνώσης, οξυδέρκειας και πολυμάθειας. Η καλλιτέχνιδα την τοποθετεί στην κορυφή ενός χειροποίητου βάθρου που είναι φτιαγμένο από βιβλία, που όμως δεν μπορούν να διαβαστούν, δημιουργώντας μια σειρά από συνειρμούς σε σχέση με τη σοφία και την απαγόρευση στη γνώση.
-
Η γλυπτική σύνθεση του Κλέαρχου Λουκόπουλου «Χωρίς τίτλο» χαρακτηρίζεται από τη λιτότητα των γραμμών, τη στιβαρή δομή των συνθέσεων και την αυστηρά ισορροπημένη διάταξή της στο χώρο. Είναι εμφανείς οι επιρροές του καλλιτέχνη από την ελληνική αρχαιότητα, καθώς οι συμπαγείς πολυεδρικοί όγκοι παραπέμπουν σε μυκηναϊκά μνημεία.
-
Οι μορφές του Φώτη Χατζηιωαννίδη διακρίνονται για τη στιβαρότητά τους. Συχνά μετουσιώνουν το όραμα της ένωσης μέσα από φόρμες που εισέχουν, εξέχουν, έλκονται, ενώ όπως στην περίπτωση του έργου «Χώρος, Υποκείμενο, Αντικείμενο», όπου η σύνθεση μπορεί αρχικά να εκληφθεί ως προτομή, παραπέμπει σε φαλλικό σύμβολο, τονίζοντας τα χαρακτηριστικά του ανδρικού φύλου και τη γυμνότητα.
-
Ο Ανδρέας Βούσουρας αντλεί τη θεματολογία του από κοινωνικό-πολιτικά ζητήματα της σύγχρονης εποχής. Στο «Μαύρο γάλα» επιχειρεί να οπτικοποιήσει την προσωπική του θέση για τη βία στη σύγχρονη κοινωνία. Λειτουργώντας ανατρεπτικά τοποθετεί μια μαύρη κουκούλα full face στο κεφάλι μιας μητέρας που θηλάζει το παιδί της. Η αντίθεση της λευκής πορσελάνινης σύνθεσης με αυτήν τη μαύρη προσθήκη μοιάζει αλλόκοτη. Από τη μια το λευκό, αγνό μητρικό γάλα μετατρέπεται σε μαύρο, σε κάτι μιαρό, κακό, βίαιο. Η χρήση της full face κουκούλας που έχει συνδυαστεί τα τελευταία χρόνια με τη βία, το παράνομο, το «κακό», τοποθετείται στο κεφάλι της μητέρας, θέλοντας να στηλιτεύσει τον τρόπο με τον οποίο η βία γεννάται, αναπτύσσεται, ξεπηδά στη σύγχρονη κοινωνία.
-
Το έργο του Nuriddin Rasulov, ένα συναρμολογούμενο γλυπτό που παραπέμπει σε δορυφόρο, ο οποίος στρέφεται γύρω από το κεντρικό σφαιρικό σώμα του, αξιοποιεί την παραδοσιακή τέχνη της γλυπτικής με έντονα διακοσμητικά στοιχεία μόνο στους ακτινωτούς βραχίονες της κατασκευής. Είναι τονισμένο το κατασκευαστικό στοιχείο, ενώ ελλοχεύει και η έννοια του παιχνιδιού, ενός συναρμολογούμενου παιχνιδιού που συντίθεται και αποσυναρμολογείται. Παρά το σκληρό και άκαμπτο υλικό που χρησιμοποιεί ο καλλιτέχνης κατορθώνει να τονίσει και να επιβάλλει την αίσθηση της συμμετρίας, της ισορροπίας και ταυτόχρονα την αίσθηση μιας επίφοβης σταθερότητας.
-
Το έργο του Paul Russo “Αλκιβιάδης», ένα γλυπτό μεικτής τεχνικής που χαρακτηρίζεται από την ευπλαστότητα και την ευθραυστότητα των υλικών κατασκευής μοιάζει ως πυκνή ύλη ριγμένη με αυθόρμητο τρόπο που μορφοποιεί ένα αφηρημένο σχήμα, μια στερεοποιημένη μάζα, η οποία με αυτόν το τρόπο καταγράφει άμεσα τη χειρονομιακή διαδικασία κατασκευής του. Ο τίτλος του έργου «Αλκιβιάδης» παραπέμπει στο ομώνυμο ιστορικό πρόσωπο της αρχαιότητας, τον Αθηναίο ρήτορα, πολιτικό και στρατηγό και την αμφίσημη προσωπικότητά του.
-
Το "Πουλί" του Νίκου Μπαχαρίδη είναι μια γλυπτική σύνθεση με έντονα αφαιρετικά στοιχεία. Αναπαριστά ένα σχηματοποιημένο πτηνό, θέμα που επανέρχεται συχνά στο έργο του. Ο καλλιτέχνης δημιουργεί μινιμαλιστικές φόρμες, δίνοντας έμφαση στο υλικό του έργου. Ο λευκός ψαμμίτης, λιτός και συμπαγής, αποδίδει στο ίδιο το έργο τη στιβαρότητα του όγκου χωρίς όμως να του προσδίδει οπτικά το "βάρος" του υλικού κατασκευής.
-
Στην αφηρημένη γλυπτική σύνθεση του 1992 με τίτλο «Ερωτικό» ο Pavel Medek παραμένει πιστός στις παραδοσιακές πλαστικές αξίες, καθώς το ξύλινο γλυπτό με τις λείες, καμπύλες γραμμές διακρίνεται για την καθαρότητα, την ισορροπία, τις ρυθμικές αρμονικές μεταβάσεις των όγκων, αλλά και την εξπρεσιονιστική του δύναμη.
-
Οι συνθέσεις του Κυριάκου Καμπαδάκη έχουν, πολλές φορές, δραματικό περιεχόμενο. Στη Γενεσιουργία, η φτερωτή ανδρική μορφή προβάλει ελεύθερη και ενεργητική στο χώρο, απαλλαγμένη από νατουραλιστικές λεπτομέρειες, μέσα από ένα παιχνίδι αντιθέσεων και ισορροπιών, όπου η στατικότητα και η κίνηση, η πυκνότητα και η αφαίρεση της ύλης, καθώς και οι έννοιες της πτώσης και της ανάτασης, συνδυάζονται οργανικά.
-
Στον πυρήνα της τέχνης του Ιωάννη Αβραμίδη συνυπάρχει η δημιουργική συνδιαλλαγή τόσο με το παρελθόν (αρχαϊκή γλυπτική) όσο και με τις σύγχρονες εικαστικές αναζητήσεις. Δίνοντας ξεχωριστή σημασία στην τεχνική και στα υλικά, μετασχηματίζει την ανθρώπινη μορφή σ’ ένα είδος κυλινδρικής στήλης με καμπύλες, εξάρσεις και κοιλώματα, οριζόντιες ραβδώσεις και παράλληλες τομές. Η συμμετρία, η αφαίρεση, η πυκνότητα του πλασίματος, η αρμονική σύζευξη των όγκων και η επιβολή ενός οργανικού ρυθμού συντείνουν στον αρχετυπικό χαρακτήρα που επιθυμεί να προσδώσει στη μορφή ο γλύπτης.